Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Η ποδοσφαιρική επανάσταση της Ισπανίας

Πριν από 15 χρόνια ουδείς μπορούσε να προβλέψει τη σημερινή ηγεμονία της Ισπανίας στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Σε αντίθεση με τους πανίσχυρους ισπανικούς συλλόγους - προεξαρχουσών της μπαρτσελόνα και της Ρεάλ Μαδρίτης -, η Εθνική Ισπανίας «υπέφερε» όποτε συμμετείχε σε τελική φάση διεθνών διοργανώσεων. Ως το 2008 που κατέκτησαν τον τίτλο του Euro στη (συν)διοργάνωση Αυστρίας - Ελβετίας, οι Φούριας Ρόχας (Κόκκινες Σαΐτες) είχαν να επιδείξουν την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στο μακρινό 1964 (η τελική φάση διεξήχθη στη Μαδρίτη με τη συμμετοχή τεσσάρων ομάδων) και πολλές αποτυχίες. Σε επίπεδο Μουντιάλ, ως το 2010 που η Ισπανία αναδείχθηκε παγκόσμια πρωταθλήτρια στα γήπεδα της Ν. Αφρικής, η μεγαλύτερη διάκριση που είχε να επιδείξει η χώρα της Ιβηρικής ήταν η συμμετοχή στην προημιτελική φάση της κορυφαίας ποδοσφαιρικής διοργάνωσης.


Η ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Ισπανίας σε οικονομικό επίπεδο ανέκαθεν αδυνατούσε να συναγωνισθεί κορυφαίες δυνάμεις του αθλήματος. Ακόμη και τώρα που μετράει τρεις συνεχείς τίτλους (Euro 2008, Mundo 2010, Euro 2012), έχει μικρότερο μπάτζετ από τις ομοσπονδίες της Ιταλίας, της Γερμανίας και της Αγγλίας. Ο προϋπολογισμός στηρίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στα έσοδα από τη συμμετοχή της στις διοργανώσεις της FIFA και της UEFA. Το 2010 που η Ισπανία στέφθηκε παγκόσμια πρωταθλήτρια, τα έσοδα από τη FIFA, τους σπόνσορες και τη διαφήμιση ανήλθαν σε 138 εκατ. ευρώ. Τις χρονιές που δεν υπάρχουν διεθνείς διοργανώσεις τα έσοδα είναι μικρότερα - το 2011 ανήλθαν σε 100 εκατ. ευρώ - ενώ και οι κρατικές χορηγίες είναι ελάχιστες.
Η επανάσταση στο ισπανικό ποδόσφαιρο ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στην ανάγκη αλλαγής ρότας, συνέβαλαν δύο γεγονότα. Η κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου το 1992 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης με ποδοσφαιριστές κάτω των 23 ετών και η αδυναμία της εθνικής ομάδας των ανδρών να προκριθεί την ίδια χρονιά στην τελική φάση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος της Σουηδίας. Τρία χρόνια μετά η ισπανική ομοσπονδία ξεκίνησε διάλογο με τους συλλόγους, αντικείμενο του οποίου ήταν η δημιουργία μιας εθνικής ομάδας ικανής να διεκδικήσει τίτλους στις μεγάλες διοργανώσεις. Ο διάλογος οδήγησε στις παρακάτω πέντε βασικές αποφάσεις:

1. Δημιουργία συστήματος ανάδειξης των ταλέντων
Ολες οι ισπανικές ομάδες είχαν τις δικές τους ακαδημίες. Η ομοσπονδία απλώς επεξεργάστηκε τον τρόπο επιλογής και ανάδειξης των καλύτερων παικτών. Η Ρεάλ, για παράδειγμα, διέθετε 13 ηλικιακές ομάδες. Η ομοσπονδία διοργάνωσε πρωταθλήματα για όλες τις ηλικίες. Μέσα από αυτή τη διαδικασία οι νέοι ποδοσφαιριστές αποκτούν αγωνιστική εμπειρία. Επιπλέον η ισπανική ομοσπονδία έχει 19 περιφερειακές ομοσπονδίες, καθεμία από τις οποίες διαθέτει τη δική της εθνική ομάδα. Οι πληροφορίες για τις δυνατότητες των παικτών καταλήγουν στη Μαδρίτη όπου είναι η έδρα της κεντρικής ομοσπονδίας.
Από τους αγώνες μεταξύ των 19 περιφερειακών εθνικών ομάδων επιλέγονται οι παίκτες που θα στελεχώσουν την Εθνική νέων της Ισπανίας. Με αυτόν τον τρόπο η ομοσπονδία για κάθε ηλικιακό έτος ελέγχει περίπου 100 ποδοσφαιριστές. Η ισπανική ομοσπονδία διατηρεί οκτώ εθνικές ομάδες. Την ανδρών, την Ελπίδων και έξι ομάδες για παίκτες από 15 ως 20 ετών. Οταν ο προπονητής μιας ομάδας αποχωρεί ή αναβαθμίζεται, τη θέση του παίρνει υποχρεωτικά ο βοηθός του. Ολος αυτός ο μηχανισμός ελέγχεται τώρα από τον Γκίνες Μελέντες, έναν από τους πιο επιτυχημένους προπονητές νέων με πολλούς τίτλους στη συλλογή του.

2. Επιλογή του αγωνιστικού στυλ της μπαρτσελόνα
Επειδή οι ισπανοί παίκτες δεν είχαν τις φυσικές δυνατότητες των Ιταλών, των Αγγλων και των Γερμανών, η ομοσπονδία επέλεξε να κάνει τη διαφορά σε επίπεδο τεχνικής κατάρτισης. Την εποχή εκείνη στο ισπανικό ποδόσφαιρο είχε ξεχωρίσει το ποδόσφαιρο κατοχής της μπάλας το οποίο έπαιζε η μπαρτσελόνα του Γιόχαν Κρόιφ, το οποίο η ομοσπονδία αποφάσισε να υιοθετήσει.
Ο Ιπτάμενος Ολλανδός (εργάστηκε ως προπονητής στην μπαρτσελόνα από το 1988 ως το 1996) ανέπτυξε τη φιλοσοφία ότι όταν έχεις την μπάλα στην κατοχή σου ο αντίπαλος δεν μπορεί να σκοράρει και επιπλέον κουράζεσαι λιγότερο από εκείνον επειδή δεν είσαι αναγκασμένος να τον ακολουθείς. Ο Κρόιφ θεωρούσε επίσης ότι στις ακαδημίες πρέπει να εξελίσσονται στο μάξιμουμ οι ικανότητες κάθε ποδοσφαιριστή και οι ομάδες να χτίζονται με βάση τις ικανότητες των παικτών τους.

3. Καινοτόμος ηλικιακή οργάνωση-εκπαίδευση
Η ισπανική ομοσπονδία επί της ουσίας συντόνισε την προετοιμασία των νέων παικτών, την εκπαίδευση των οποίων είχαν αναλάβει οι σύλλογοι. Το καινούργιο που έπρεπε να καταλάβουν οι ομάδες ήταν ότι θα τους στοίχιζε λιγότερα χρήματα να προετοιμάσουν τους παίκτες τους αντί να τους αγοράσουν σε μεγάλη ηλικία από άλλες ομάδες. Παράλληλα κατανόησαν ότι έχουν καλύτερη ανταπόκριση στις τοπικές κοινωνίες όταν στην ενδεκάδα τους ξεκινάει μεγάλος αριθμός γηγενών ποδοσφαιριστών.
Το 1994 η ισπανική ομοσπονδία έκρινε ότι τα παιδιά ηλικίας 6-8 ετών είναι λάθος να παίζουν ποδόσφαιρο με τους κανόνες των ανδρών. Προκειμένου να αποκτήσουν ποδοσφαιρική σκέψη και να χαίρονται το παιχνίδι, «εφηύρε» το λεγόμενο μίνι φουτμπόλ. Δύο ομάδες των τριών παικτών αγωνίζονται σε ένα γήπεδο με τέσσερα τέρματα. Στόχος τους είναι να σημειώσουν όσο το δυνατόν περισσότερα γκολ. Οι διαστάσεις των γηπέδων, του τέρματος και της μπάλας εξαρτώνται από την ηλικία των παικτών.

4. Ενιαίο σύστημα και για τους προπονητές
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της FIFA η Ισπανία διαθέτει 14.860 προπονητές με δίπλωμα κατηγορίας Α ή Προ. Στην Αγγλία ο αντίστοιχος αριθμός ανέρχεται σε 1.010, στη Γερμανία σε 6.000, στη Ρωσία σε 500 και στην Ελλάδα περίπου σε 200.
Η Ισπανία ξεκίνησε να εφαρμόζει το ενιαίο σύστημα εκπαίδευσης των προπονητών στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Οι απόφοιτοι μπορούν να εργαστούν από τις παιδικές ως τις κορυφαίες ομάδες της Ισπανίας, αλλά και σε οποιονδήποτε σύλλογο του εξωτερικού. Ο συναγωνισμός για μια καλή θέση εργασίας προφανώς βελτίωσε την ποιότητα της δουλειάς τους.

5. Συμφιλίωση Μαδριλένων - Καταλανών
Οι διεθνείς της μπαρτσελόνα και της Ρεάλ Μαδρίτης, που απαρτίζουν κατά συντριπτική πλειοψηφία τη βασική ενδεκάδα της Εθνικής Ισπανίας, από τη στιγμή που θα φορέσουν τη φανέλα με το εθνόσημο συμπεριφέρονται σαν να μην έχει συμβεί τίποτε στα μεταξύ τους ντέρμπι για την Πριμέρα Ντιβισιόν. Στην Ισπανία οι μισοί κάτοικοι υποστηρίζουν φανατικά τη Ρεάλ και οι άλλοι μισοί την μπαρτσελόνα. Δεν είναι εύκολο να συνενώσεις τους παίκτες δύο ομάδων οι οποίες καθημερινά βρίσκονται στα χαρακώματα.
Σύμφωνα με τον τεχνικό διευθυντή της ισπανικής ομοσπονδίας Γκίνες Μελέντες, ανάλογο πρόβλημα υπήρχε και στις εθνικές ομάδες των μικρότερων ηλικιών. Το μυστικό της συμφιλίωσης κρυβόταν στην απόφαση να κοιμούνται στο ίδιο δωμάτιο ένας ποδοσφαιριστής της Ρεάλ και ένας της μπαρτσελόνα. Αυτό είχε αποτέλεσμα από μικροί να συνδέονται με δεσμούς φιλίας, η οποία συνεχίστηκε όχι μονάχα όταν συγκεντρώνονται οι εθνικές ομάδες αλλά και εκτός γηπέδων.

Τα φιντάνια που έγιναν σουπερστάρ της μπάλας
Σαρώνουν τους τίτλους στα «μικρά» πρωταθλήματα

Τα τελευταία 15 χρόνια η Ισπανία κατέκτησε 15 τίτλους σε παγκόσμια και Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα των μικρών ηλικιών. Μόνο η ομάδα κάτω των 19 ετών πανηγύρισε πέντε ευρωπαϊκούς τίτλους. Η πλειοψηφία των παικτών της εθνικής ομάδας των ανδρών που κατέκτησε το Euro 2012 πέρασε μέσα από αυτή τη διαδικασία. Οι 14 από τους 23 παίκτες της αποστολής στα γήπεδα της Πολωνίας και της Ουκρανίας κατέκτησαν προηγουμένως τουλάχιστον έναν τίτλο με την Εθνική των Ελπίδων ή των νέων. Ο Χουάν Μάτα (Τσέλσι) και ο Xάβι Μαρτίνεθ (Ατλέτικο Μαδρίτης) το 2011 είχαν στεφθεί πρωταθλητές Ευρώπης και με την Εθνική Ελπίδων.
Δεν κατάφεραν να κερδίσουν τίτλο στις μικρές ηλικίες μόνο ο Τσάμπι Αλόνσο (Ρεάλ) και οι Σέρχιο Μπούσκετς και Σεσκ Φάμπρεγκας της Μπάρτσα. Το ταλέντο του Μπούσκετς αποκαλύφθηκε κάπως αργά και στις ομάδες των νέων αγωνίστηκε ελάχιστα. Ο Αλόνσο και ο Φάμπρεγκας είχαν πολλές συμμετοχές αλλά δεν κατέκτησαν τίτλους. Ο Φάμπρεγκας αγωνίστηκε πάντως σε δύο τελικούς. Τις περισσότερες επιτυχίες με τις ομάδες των νέων είχαν οι Τσάβι (Μπάρτσα), Φερνάντο Τόρες (Τσέλσι) και Μάτα.
Η Ισπανία το 1999 αναδείχθηκε παγκόσμια πρωταθλήτρια κάτω των 20 ετών, το 1998 και το 2011 πρωταθλήτρια Ευρώπης κάτω των 21 ετών, το 2002, 2004, 2006, 2007, 2011 πρωταθλήτρια Ευρώπης κάτω των 19 ετών και το 1997, 1999, 2001, 2007 και 2008 πρωταθλήτρια Ευρώπης κάτω των 17 ετών, ενώ το 1999 και το 2001 πρωταθλήτρια Ευρώπης κάτω των 16 ετών.
Το 1999 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα κάτω των 20 ετών (χρυσό μετάλλιο) έλαμψε το ταλέντο του Τσάβι, ενώ στον πάγκο της ομάδας καθόταν ο Ικερ Κασίγιας (Ρεάλ). Την ίδια χρονιά στο πρωτάθλημα Ευρώπης κάτω των 16 ετών ξεχώρισαν ο νυν τερματοφύλακας της Λίβερπουλ Πέπε Ρέινα και ο μέσος της Αρσεναλ Μίκελ Αρτέτα. Το 2000 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ (ασημένιο μετάλλιο) εκτός του Τσάβι οι ειδικοί εκθειάζουν τους αμυντικούς Πουγιόλ (Μπάρτσα) και Καμπντεβίγια (Μπενφίκα).
Το 2001 στο πρωτάθλημα Ευρώπης κάτω των 16 ετών (χρυσό μετάλλιο) η Ισπανία στον τελικό νικάει τη Γαλλία με κορυφαίο παίκτη και πρώτο σκόρερ της διοργάνωσης τον Τόρες και ηγέτη τον Αντρες Ινιέστα (Μπάρτσα). Το 2003 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα κάτω των 17 ετών (ασημένιο μετάλλιο) ο Φάμπρεγκας αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης με πέντε γκολ. Το 2003 στο πρωτάθλημα Ευρώπης κάτω των 16 ετών (ασημένιο μετάλλιο) λάμπει το ταλέντο του Νταβίντ Σίλβα (Μάντσεστερ Σίτι). Το 2004 στο πρωτάθλημα Ευρώπης κάτω των 19 ετών (χρυσό μετάλλιο) εκτός του Νταβίντ Σίλβα ξεχωρίζουν οι αμυντικοί της Ρεάλ Σέρχιο Ράμος και Ραούλ Αλμπιόλ και ο Χουανφράν (Ατλέτικο Μαδρίτης), που αναδεικνύεται κορυφαίος παίκτης της διοργάνωσης.
Το 2004 στο πρωτάθλημα Ευρώπης κάτω των 17 ετών (ασημένιο μετάλλιο) η Ισπανία ηττήθηκε από τη Γαλλία στον τελικό αλλά ο Φάμπρεγκας αναδείχθηκε κορυφαίος παίκτης της διοργάνωσης, ενώ ο αμυντικός της Μπάρτσα Τζεράρ Πικέ φανερώνει δείγματα του ταλέντου του. Το 2006 στο πρωτάθλημα Ευρώπης κάτω των 19 ετών (χρυσό μετάλλιο) η Ισπανία νικάει τη Σκωτία στον τελικό με ηγέτη στην άμυνα τον Πικέ και στη μεσαία γραμμή τον Χουάν Μάτα. Το 2007 στο πρωτάθλημα Ευρώπης κάτω των 19 ετών (χρυσό μετάλλιο) αστέρας της Ισπανίας αναδεικνύεται ο μέσος της Ατλέτικο Μαδρίτης Μαρτίνεθ, ο οποίος ήταν στην αποστολή για το Euro 2012.


Τα τρία πρόσωπα-«κλειδιά»
Ο πρόεδρος Βιγιάρ, ο Ιέρο και η σενιόρα... μάρκετινγκ
Πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της Ισπανίας τα τελευταία 24 χρόνια είναι ο 62χρονος Χοσέ Μαρία Βιγιάρ, ο οποίος είναι παράλληλα αντιπρόεδρος της UEFA και πρόεδρος της Επιτροπής Διαιτησίας. O πρώην ποδοσφαιριστής της Αθλέτικ Μπιλμπάο και της Εθνικής Ισπανίας θεωρείται από τους πιο επιτυχημένους παράγοντες στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Επί των ημερών του το ισπανικό ποδόσφαιρο έγινε Νο 1 στον κόσμο. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι θα διαδεχθεί τον Γάλλο Μισέλ Πλατινί στην προεδρία της UEFA, στην περίπτωση που ο τελευταίος μετακομίσει στην προεδρία της FIFA.
Ο σενιόρ Βιγιάρ ασχολείται με τα πάντα εκτός από την επιλογή προπονητών. Υπεύθυνος για όλες τις εθνικές ομάδες και την επιλογή των προπονητών τους είναι ο παλιός διεθνής αμυντικός της Ρεάλ Μαδρίτης Φερνάντο Ιέρο. Διευθύντρια της εθνικής ομάδας των ανδρών και της Επιτροπής Μάρκετινγκ της ισπανικής ομοσπονδίας είναι η κυρία Μαρία Χοσέ Κλάραμουντ.
«Το μυστικό των επιτυχιών μας βρίσκεται στη δουλειά που γίνεται στις ακαδημίες και στους πολύ καλούς προπονητές που διαθέτουμε. Κάποτε ταξιδεύαμε στο εξωτερικό για να δούμε πώς δουλεύουν οι ακαδημίες της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ρωσίας... Τώρα έρχονται όλοι στην Ισπανία» υπογράμμισε ο νυν ομοσπονδιακός τεχνικός των Φούριας Ρόχας Βιθέντε Ντελ Μπόσκε, απαντώντας στην ερώτηση πού κρύβεται το μυστικό των επιτυχιών της Εθνικής Ισπανίας.

Πηγή:  Εφημερίδα "Το βήμα" στις 15/7/12

Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

Διατροφή παιδιών και ποδόσφαιρο

Η ιδανική διατροφή των παιδιών που ασκούνται συστηματικά στο ποδόσφαιρο παρουσιάζει ορισμένες ιδιαιτερότητες σε σχέση με τη διατροφή των ενηλίκων. Ειδικότερα, οι ενεργειακές απαιτήσεις των παιδιών θα πρέπει να βασίζονται στην τρέχουσα διατροφική πρόσληψη, στον ρυθμό ανάπτυξης, στην ηλικία και στην άσκηση και σε γενικές γραμμές είναι μικρότερες στα παιδιά σχολικής ηλικίας απ' ότι στα παιδιά εφηβικής ηλικίας με ταχεία ανάπτυξη στην υψηλή διατροφική απαίτηση.



Για τον καθορισμό όμως της ενεργειακής κατανάλωσης των παιδιώ, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το πρόγραμμα ποδοσφαιρικής προπόνησης - αν το παιδί συμμετέχει ή όχι σε αγώνες - η συχνότητα, η ένταση και ποσότητα της προπόνησης. Η κατανάλωση θερμίσων ανά 10 λεπτά ποδοσφαίρου με βάση το βάρος του παιδιού είναι:

Κατανάλωση θερμίδων ανά 10 λεπτά ποδοσφαίρου, ανάλογα με το βάρος του παιδιού
Σωματικό βάρος (kg)   20      25      30      35      40      45      50      55      60      65
kcal/10 λεπτά              36      45      54      63      72      81      90      99     108    117

Σε γενικές γραμμές, οι συνιστώμενες ποσότητες που θα πρέπει καθημερινά να καταναλώνονται από τα παιδιά- ποδοσφαιριστές είναι:
  • τουλάχιστον 2-3 μικρομερίδες απο την ομάδα γάλατος (κάθε μικρομερίδα είναι 240ml γάλα ή γιαούρτι).
  • 2-3 μικρομερίδες από την ομάδα κρέατος/ πρωτεΐνης (κάθε μικρομερίδα είναι περίπου 60g μαγειρεμένου κρέατος ή ψαριού ή 30g τυρί ή 1 αυγό.
  • 3-4 μικρομερίδες από την ομάδα λάχανικών (κάθε μικρομερίδα είναι 1 φλιτζάνι του τσαγιού ωμά φυλλώδη λαχανικά ή μισό φλιτζάνι από τα υπόλοιπα λαχανικά, είτε μαγειρεμένα είτε ψιλοκομμένα δηλαδή περίπου 100g από τα περισσότερα λαχανικά).
  • 2-3 μικρομερίδες από την ομάδα φρούτων (κάθε μικρομερίδα είναι ένα μήλο (80g), μία μπανάνα (60g), ένα πορτοκάλι (100g), 200g πεπόνι ή καρπούζι, 30g σταφύλια).
  • 9 μικρομερίδες από την ομάδα ψωμιού- δημητριακών (κάθε μικρομερίδα είναι μία φέτα ψωμιού (25g) 100g πατάτες (μία μικρή), μισό φλιτζάνι του τσαγιού (δηλαδή 50-60g) μαγειρεμένου ρυζιού ή ζυμαρικών, 1 φλιτζάνι του τσαγιού (δηλαδή 100g) μαγειρεμένων ξηρών φασολιών).
Τρόφιμα που το μεγαλύτερο ποσοστό θερμίδων τους καλύπτει από ζάχαρη και λίπη είναι προτιμότερο να περιορίζονται ή να καταναλώνονται περιστασιακά ως επιπρόσθετα και όχι ως υποκατάστατα των υπόλοιπων- πλούσιων σε θρεπτικά συστατικά - τροφών. Η παροχή γενικότερα των συνιστώμενων μικρομερίδων προσδίδει τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά και θερμίδες (2200) που απαιτούνται καθημερινά από τα περισσότερα δραστήρια παιδιά. Ωστόσο, ανάλογα με τη συχνότητα, την ένταση και τη διάρκεια της άσκησης, το παιδί μπορεί να χρειάζεται επιπλέον 500-1500 kcal ημερησίως. Τα παιδιά θα πρέπει να ενθαρρύνονται να κατανέμουν τις θερμίδες στη διάρκεια της ημέρας σε τακτά γεύματα και snacks, τα οποία εξασφαλίζουν την παρουσία διαθέσιμων πηγών ενέργειας για την υποστήριξη της προπονητικής δραστηριότητας. Για την κάλυψη των αναγκών σε βιταμίνες και μέταλλα, θα πρέπει παράλληλα να τονιστεί η σημασία της επαρκούς πρόληψης των συνιστώμενων μικρομερίδων και κυρίως εκείνων της ομάδας φρούτων και λαχανικών. Η ανεπαρκής πρόσληψη αυτών μπορεί να οδηγήσει σε έλειψη βιταμίων Α, Β6, C και φολικού οξέως. Ανεπαρκής πρόσληψη θα μπορούσε να παρατηρηθεί και για τροφές πλούσιες σε ασβέστιο και σίδηρο, στις οποίες θα πρέπει να δίνεται προσοχή, ενώ, τέλος οι οποιεσδήποτε αλλαγές στη δίαιτα του παιδιού συνίσταται να είναι όσο το δυνατό πιο συμβατές με τις διατροφικές του συνήθειες.

Πηγή: Προπονησιολογία ποδοσφαίρου. Α. Σωτηρόπουλος & Ε. Μπεκρής. Εκδόσεις Τελέθριον, 2007

Πρώτες βοήθειες στους αγωνιστικούς χώρους


ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΕΛΑΦΡΙΑΣ ΜΟΡΦΗΣ

Στα περισσότερα απο τα παρακάτω είδη τραυματισμού, ο αθλητής δεδομένου της έντασης στην οποία βρίσκεται, ισχυρίζεται πως αισθάνεται καλά και επιθυμεί να συνεχίσει την αθλητική του δραστηριότητα αψιφώντας τον πιθανό σοβαρό τραυματισμό. Γι' αυτό το λόγο πρέπει σε κάθε τραυματισμό να δείχνουμε την ανάλογη προσοχή έχωντας σαν οδηγό τα πιθανά συμπτώματα που θα εμφανιστούν.

Αιματώματα μυικών ιστών:
  • Αιτία το πόδι ή το γόνατο του αντιπάλου ή ακόμη και το έδαφος μετά από πτώση.
  • Άμεσα εφαρμόζουμε ψυχρά επιθέματα ή ψυκτικό spray και ο παίχτης συνεχίζει.
  • Μετά τον αγώνα αντιλαμβάνονται τον πόνο,το οίδημα και την μείωση της κινητικότητας της τραυματισμένης περιοχής.
  • Αντιμετώπιση: Εφαρμογή πάγου μετά τον αγώνα επί 15 λεπτά με συχνότητα ανα δύο ώρες για 48-72 ώρες,ακινητοποίηση για τουλάχιστον 18 ώρες,το τραυματισμένο μέλος τοποθετείται σε ανάρροπη θέση,μετά το πρώτο 24ωρο άμεση κινητοποίηση με ελαφρύ τρέξιμο,μασάζ από ειδικούς θα βοηθήσει αρκετά όπως και η χρήση αντιφλεγμωνωδών αλοιφών μετά το πρώτο 24ωρο.
Εκδορές:
  • Κατά τη διάρκεια του αγώνα κάνουμε ένα μικρό καθαρισμό με φυσιολογικό ορο,οξυζενέ,ιώδιο και αντιβιωτικό spray.
  • Στο τέλος του παιχνιδιού πλένουμε με άφθονο νερο και σαπούνι απολυμαίνουμε με ιώδιο και τοποθετούμε βαζελινούχες αποστειρωμένες γάζες.
  • Στα μικρά θλαστικά τραύματα τοποθετούμε ειδικές λωρίδες τσιρώτων με τρόπο που να συμπιέζουν τα χείλη του τραύματος και να διευκολύνεται η επούλωση.Πρέπει ακόμη να διαπιστώσουμε αν ο ποδοσφαιριστής είναι καλυμμένος απο το εμβόλιο του τετάνου.
Κράμπες:
  • Έντονη σύσπαση των μυών,αρκετά επώδυνη,που συνήθως εμφανίζεται στους γαστροκνήμιους και/ή στους οπίσθιους μηριαίους.
  • Αίτια είναι η μυική κόπωση και οι μεταβολές των ηλεκτρολυτών στο μυικό κύτταρο.
  • Για την αντιμετώπισή τους προκαλούμε υπερέκταση-διάταση των μυών που βρίσκονται σε σύσπαση.
Αιμορραγία από τη μύτη:
  • Τοποθετούμε τον τραυματία σε καθιστή θέση και γέρνουμε το κεφάλι προς τα εμπρός.
  • Φράζουμε τα δύο ρουθούνια πιέζοντας τα απο την εξωτερική πλευρά απαλά.
  • Τοποθετούμε στην ρινική κοιλότητα λίγο βαμβάκι εμποτισμένο με οξυζενέ.
  • Βάζουμε πάγο πάνω στην μύτη.
  • Εαν η αιμορραγία επιμένει συνοδεύουμε τον τραυματία στο πλησιέστερο κέντρο υγείας
Τραυματισμός στο μάτι:
  • Καθαρίζουμε την οφθαλμική κοιλότητα με άφθονο φυσιολογικό ορό ή νερό για να απομακρύνουμε τα ξένα σώματα που πιθανόν να υπάρχουν.
  • Βάζουμε μερικές σταγόνες κολλύριο.
  • Εάν ο τραυματισμός είναι βαρύτερος (αιμάτωμα,οίδημα) κλείνουμε το μάτι με αποστειρωμένη γάζα και συνοδεύουμε τον τραυματία στον οφθαλμίατρο.
Τραυματισμός στα χείλη:
  • Πιέζουμε ελαφρά με γάζα,καθαρίζουμε με νερό και τοποθετούμε ένα παγάκι
  • Αν η πληγή είναι μεγάλη και συνεχίζει η αιμορραγία μεταφέρουμε τον τραυματία για συρραφή 
Χύπημα στο κεφάλι:
  • Κάνουμε νευρολογική εξέταση και αν δεν διαπιστώσουμε κάποιο σημείο που να υποδεικνύει εγκεφαλική διάσειση μπορεί να συνεχίσει το παιχνίδι.
  • Αν έχει τάση προς έμετο,συμπτώματα αμνησίας,πόνο στο κεφάλι που διαρκεί έστω και αν δεν υπάρχει εμφανής τραυματισμός τότε συνοδεύουμε τον τραυματία στο πλησιέστερο κέντρο υγείας.

ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΒΑΡΙΑΣ ΜΟΡΦΗΣ

Είναι οι κακώσεις που δεν επιτρέπουν στον αθλητή να συνεχίσει τον αγώνα. Συμβαίνουν καθημερινά στους αγωνιστικούς χώρους. 

Θλάσεις 2ου βαθμού τετρακέφαλου,οπίσθιου μηριαίου ή των προσαγωγών: Αντιμετωπίζονται με τοποθέτηση ψυχρών επιθεμάτων και ακινητοποίηση του σκέλους για μικρό χρονικό διάστημα(12-24 ώρες) 

Διάστρεμμα ποδοκνημικής ή γόνατος:
Αντιμετωπίζεται με τοποθέτηση ψυχρών επιθεμάτων, ακινητοποίηση της άρθρωσης, χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων και οδηγίες για πρώιμη κινητοποίηση και φυσιοθεραπευτικοί αγωγή όταν δεν χρειάζεται χειρουργική αποκατάσταση 

Βαριά θλαστικά τραύματα:
Αντιμετωπίζονται με τοπικό καθαρισμό και πίεση τοπικά με αντισηπτικές γάζες μέχρι να σταματήσει η αιμορραγία. Στη συνέχεια αν έχουμε τα κατάλληλα εργαλεία προχωράμε σε συρραφή του τραύματος ή δένουμε με επίδεσμο πιεστικά και μεταφέρουμε τον αθλητή στο νοσοκομείο για συρραφή.
Εξάρθρωμα ωμοπλάτης:
Ανάταξη και ακινητοποίηση με τριγωνικό επίδεσμο. Πριν και μετά την ανάταξη κάνουμε νευρολογικό έλεγχο. Οπωσδήποτε ο τραυματίας πρέπει να μεταφερθεί στο νοσοκομείο για ακτινογραφικό και κλινικό έλεγχο. Αν η ανάταξη είναι αδύνατη μετά από 2-3 προσπάθειες, τότε ακινητοποιούμε την περιοχή πρόχειρα και μεταφέρουμε τον τραυματία στο νοσοκομείο.

Κατάγματα:
Κλινικά συμπτώματα είναι ο έντονος πόνος, η δυσλειτουργία του μέλους και η παραμόρφωση της περιοχής με έντονο οίδημα συνήθως. Ακινητοποιούμε τη περιοχή με πρόχειρο νάρθηκα, τοποθετούμε ψυχρό επίθεμα, χορηγούμε αναλγητικά και μεταφέρουμε τον τραυματία στο νοσοκομείο. Σε περίπτωση ανοιχτού κατάγματος καλύπτουμε με γάζες και πιεστικό επίδεσμο την πληγή, εφαρμόζουμε αν χρειάζεται πιεστική αιμόσταση κεντρικότερα του κατάγματος, ακινητοποιούμε το μέλος με πρόχειρους νάρθηκες, χορηγούμε αναλγητικά και υγρά και μεταφέρουμε τον τραυματία στο νοσοκομείο. 

Τραυματισμός στο αυτί:
Αν αιμορραγεί σκεπτόμαστε για τραύμα στο τύμπανο. Αν τρέχει λευκό ορώδες υγρό και υπάρχει έντονη κεφαλαλγία σκεπτόμαστε κάταγμα κρανίου. Τοποθετούμε τον τραυματία απ' την πλευρά της βλάβης για να διευκολύνουμε την εκροή του υγρού,αποφεύγουμε κάθε άλλη κίνηση και μεταφέρουμε τον ασθενή στο νοσοκομείο.

Πηγή: http://www.athlitiatriki.blogspot.com/

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

Φυσιολογικά χαρακτηριστικά αθλητών ποδοσφαίρου

H φυσική κατάσταση αποτελεί έναν από τους καθοριστικότερους παράγοντες αγωνιστικής επιτυχίας στο ποδόσφαιρο (Ekblom 1986). Εξαιτίας του γεγονότος αυτού έχουν γίνει πολλές εργασίες με σκοπό τον καθορισμό των μεταβολικών απαιτήσεων που έχει ένας ποδοσφαιρικός αγώνας (Ali and Farrally 1991, Ogushi et al. 1993, Rohde and Espersen 1988, Smith et al. 1993, Tumilty et al. 1988). Τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά, οι διακυμάνσεις της καρδιακής συχνότητας και του γαλακτικού κατά τη διάρκεια του αγώνα, η αερόβια και αναερόβια ισχύς, η αλτική ικανότητα και η ευκινησία αποτελούν τις σημαντικότερες παραμέτρους τις oποίες, έχουν μελετήσει πολλοί ερευνητές (Bangsbo et al. 1991, Foehrenbach et al. 1991, Kindermann et al. 1993, Rohde και Espersen 1988, Sterker 1997, Tokmakidis et al. 1998).

Παλαιότερα ένας ποδοσφαιριστής κάλυπτε κατά τη διάρκεια του αγώνα γύρω στα 3-4 km (Palfai 1970, Wade 1962, Zelenka et al. 1967), ενώ σήμερα στη βιβλιογραφία συναντώνται τιμές μεταξύ 9-12 km (Bangsbo et al. 1991, Ekblom 1986, Gerisch et al. 1988, Weineck 1992). Η παραπάνω αύξηση που παρατηρείται με την πάροδο των χρόνων δε σχετίζεται μόνο με την απόσταση, αλλά αφορά και την ένταση του παιχνιδιού. Το ποσοστό των περιόδων χαμηλής έντασης και παθητικής αποκατάστασης στον αγώνα μειώνεται συνεχώς, ενώ αντίθετα αυξάνονται οι απαιτήσεις σε ταχύτητα καθώς και οι προσωπικές μονομαχίες για τον έλεγχο της μπάλας (Lottermann 1990). Για να φτάσει σήμερα ένας ποδοσφαιριστής στην επίτευξη υψηλών επιδόσεων απαιτείται εκτός των βασικων και η ανάπτυξη εξειδικευμένων ικανοτήτων φυσικής κατάστασης, όπως η ειδική αντοχή η ταχοδύναμη και η αντοχή στην ταχύτητα.
Σκοπός της ανοσκόπησης αυτής είναι να παρουσιάσει κυρίως τις βραχυπρόθεσμες και μακροχρόνιες φυσιολογικές προσαρμογές που παρατηρούνται σε ποδοσφαιριστές και να επισημάνει τα συστατικά της φυσικής κατάστασης που θεωρούνται ως τα πλέον καθοριστικά για την απόδοση. Απώτερος στόχος είναι να δοθεί το έναυσμα για μία νέα συλλογιστική σε θέματα προπονητικής ποδοσφαίρου, που θα βασίζεται σε ερευνητικά δεδομένα, τα οποία μπορούν να συμβάλλουν άμεσα ή έμμεσα στη βελτίωση της προπονητικής διαδικασίας.
Σωματικό βάρος και ύψος

Σωματικό βάρος και ύψος
Η συλλογή ανθρωπομετρικών στοιχείων από ένα μεγάλο δείγμα αθλητών μας βοηθά να αποκτήσουμε μία αντιπροσωπευτική εικόνα για το συγκεκριμένο άθλημα, ενώ είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στις περιπτώσεις επιλογής νέων αθλητών. Σε επαγγελματίες Έλληνες ποδοσφαιριστές το σωματικό βάρος κυμαίνεται κατά μέσο όρο στα 74.85.5 kg και το ύψος στα 178.74.7 cm (Tokmakidis et al. 1986). Τα δεδομένα αυτά συμβαδίζουν με τα αντίστοιχα ποδοσφαιριστών ευρωπαϊκών χωρών (Kirkendal 1985, Matkovic et al. 1993, Nowacki and De Castro 1984, Smith et al. 1993, Vanfraechem and Tomas 1993, Withers et al. 1977) όχι όμως και με αυτά ποδοσφαιριστών της Iνδίας (βάρος: 61.65.9 kg, Bhanot 1988), της Τουρκίας (βάρος: 69.95.3 kg, Islegen and Akguen 1988) και του Hong-Kong (67.75.0 kg, Chin et al. 1992). Φαίνεται ότι οι ποδοσφαιριστές των χωρών αυτών είναι πιο αδύνατοι και πιο κοντοί σε σχέση με τους συναδέλφους τους, γεγονός που προφανώς οφείλεται σε φυλετικές διαφορές.
Μορφοσωματικές διαφορές όμως μπορεί να παρουσιαστούν και μεταξύ των διαφορετικών θέσεων των ποδοσφαιριστών. Έχει βρεθεί ότι οι τερματοφύλακες της εθνικής Γερμανίας ήταν σημαντικά πιο βαρείς και ελαφρώς πιο ψηλοί απ'ότι οι συμπαίκτες τους (Hollmann et al. 1982, Kindermann et al. 1993). Παρόμοιες παρατηρήσεις έγιναν και σε τερματοφύλακες της εθνικής Ελλάδας (Tokmakidis et al. 1986), της Αγγλίας (Davis et al. 1992) και της Πορτογαλίας (Puga et al. 1993). Μετά τους τερματοφύλακες πιο βαρείς είναι οι αμυντικοί και οι επιθετικοί, ενώ φαίνεται ότι οι ποδοσφαιριστές της μεσαίας γραμμής είναι πιο αδύνατοι και πιο κοντοί σε σχέση με τους συμπαίκτες τους (Bangsbo et al. 1991). Το μεγαλύτερο ανάστημα που παρουσιάζουν οι τερματοφύλακες και οι αμυντικοί τους βοηθά στην εκπλήρωση συγκεκριμένων τεχνικο-τακτικών ενεργειών, οι οποίες απαιτούνται για τις συγκεκριμένες αγωνιστικές θέσεις. Σίγουρα πάντως το βάρος και το ύψος από μόνα τους δεν αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες απόδοσης, αν και υπάρχει η τάση επαγγελματίες ποδοσφαιριστές να είναι πιο αδύνατοι και ελαφρώς υψηλότεροι από συναδέλφους τους μικρότερων αγωνιστικών κατηγοριών (Ekblom 1994).


Σωματικό λίπος
Το ποσοστό σωματικού λίπους αποτελεί μία σημαντική παράμετρο, η οποία μπορεί να επηρεάσει την απόδοση. Ποδοσφαιριστές με υψηλό ποσοστό λίπους και άρα με επιπλέον σωματικό φορτίο δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν με επιτυχία στις απαιτήσεις του αγώνα ή της προπόνησης, όπου απαιτούνται συχνές οριζόντιες ή κάθετες μετακινήσεις του σώματος. Παλαιότερες εργασίες ανέφεραν ποσοστά λίπους γύρω στο 15-16% (Di Pampero et al. 1970, Withers et al. 1977), γεγονός που μπορεί να αποδοθεί στην έλλειψη συστηματικής προπόνησης. Αντίθετα σε Άγγλους ποδοσφαιριστές μετρήθηκε ποσοστό λίπους 8.9% (Ramadan and Byrd 1987), το οποίο είναι συγκρίσιμο με αυτό Ελλήνων (9.2%, Tokmakidis et al. 1986) και ποδοσφαιριστών της εθνικής ομάδας της Γερμανίας (9.2%, Kindermann et al. 1993). Τα παραπάνω ποσοστά είναι χαμηλότερα από τα αντίστοιχα για αγύμναστους άνδρες της ίδιας ηλικίας, οι οποίοι παρουσιάζουν ποσοστό λίπους γύρω στο 16%, ενώ είναι υψηλότερα από αυτά αθλητών μεγάλων αποστάσεων. Πάντως όσο ανεβαίνει το επίπεδο απόδοσης μειώνεται το ποσοστό σωματικού λίπους (Ekblom 1994). Αυτό πιστοποιήθηκε και με μετρήσεις του εργαστηρίου μας σε ποδοσφαιριστές διαφορετικών κατηγοριών.
Οι τερματοφύλακες διαθέτουν υψηλότερο ποσοστό λίπους απ' ό,τι οι συμπαίκτες τους (Davis et al. 1992, Kindermann et al. 1993, Ramadan and Byrd 1987). Αυτό εξηγείται μέσα από τις διαφορετικές επιβαρύνσεις που δέχονται στον αγώνα και στην προπόνηση. Άλλοι ερευνητές όμως δεν πιστοποίησαν τις παραπάνω διαφορές (Cohrance and Pyke 1976, Puga et al. 1993). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι παράγοντες όπως η μεθοδολογία και η χρονική στιγμή μέτρησης μπορεί να επηρεάσουν σε σημαντικό βαθμό τα αποτελέσματα υπολογισμού του ποσοστού λίπους και θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν γίνεται σύγκριση διαφορετικών τιμών.

Καρδιακή συχνότητα ηρεμίας
Η καρδιακή συχνότητα ηρεμίας παρουσιάζει χαμηλότερες τιμές σε επαγγελματίες ποδοσφαιριστές σε σχέση με αγύμναστα άτομα και κυμαίνεται μεταξύ 48-52 b/min (Dickhuth et al. 1981, Raven et al. 1976, Reily 1979). Βραδυκαρδία έχει επίσης αναφερθεί σε Έλληνες ποδοσφαιριστές (Tokmakidis et al. 1986), σε ποδοσφαιριστές της Αλγερίας (Bricki et al. 1978), της Γαλλίας (Morand et al. 1978), της Γερμανίας και της Ελβετίας (Schmid et al. 1983) καθώς και της Ινδίας (Adhikari and Das 1993). Η βοαδυκαρδία αυτή μπορεί να αποδοθεί στην αυξημένη επίδράση του τόνου του παρασυμπαθητικού νευρικού συστήματος και της μείωσης του ενδογενούς ρυθμού παραγωγής ερεθισμάτων από το φλεβόκομβο λόγω της συστηματικής προπόνησης (Dickhuth et al. 1981) και θεωρείται απολύτως φυσιολογική. Ήδη μετά από τέσσερις εβδομάδες εντατικής προπόνησης αντοχής μπορεί να επέλθουν οι προαναφερθείσες προσαρμογές (Ekblom et al. 1973, Winder et al. 1979).
Οι μέσες τιμές της καρδιακής συχνότητας κατά τη διάρκεια του αγώνα κυμαίνονται μεταξύ 160-175 b/min (Cohrane and Pyke 1976, Dickhuth et al. 1981). Στην πραγματικότητα το εύρος διακύμανσης της καρδιακής συχνότητας κατά τη διάρκεια του αγώνα είναι πολύ μεγάλο και εξαρτάται από
Καρδιακή συχνότητα κατά τη διάρκεια του αγώνα πολλούς παράγοντες όπως το επίπεδο φυσικής κατάστασης, η αγωνιστική θέση, η ένταση και η τακτική του αγώνα. Όσον αφορά τις τιμές της μέγιστης καρδιακής συχνότητας αυτές παρουσιάζουν μικρότερη διασπορά. Σε Άγγλους επαγγελματίες ποδοσφαιριστές μετρήθηκαν τιμές 198 b/min (Reily 1979), 193 b/min σε επαγγελματίες ποδοσφαιριστές της Δανίας (Bangsbo and Mizuno 1988) και 189 b/min σε ποδοσφαιριστές της Ολλανδίας (Verstappen and Bovens 1989). Οι Puga et al. (1993), οι οποίοι θέλησαν να διαπιστώσουν διαφορές μεταξύ των θέσεων των ποδοσφαιριστών, κατέγραψαν τη χαμηλότερη μέγιστη καρδιακή συχνότητα στους κεντρικούς αμυντικούς (184 b/min) και τη μεγαλύτερη στους πλάγιους αμυντικούς (195 b/min). Το καρδιοαναπνευστικό στρες κατά τη διάρκεια του αγώνα είναι υψηλότερο απ' ό,τι στην προπόνηση. Σύμφωνα με τους Cohrane και Pyke (1976) κατά τη διάρκεια του αγώνα δραστηριοποιείται κατά μέσο όρο το 86% της μέγιστης καρδιακής συχνότητας, ενώ κατά τη διάρκεια της προπόνησης το 71%. Με βάση τα παραπάνω στόχος των προπονητών θα πρέπει να είναι η διεξαγωγή των προπονήσεων σε συνθήκες που να πλησιάζουν όσο γίνεται περισσότερο στις απαιτήσεις του αγώνα.

Μορφολογικές προσαρμογές της καρδιάς
Ο όγκος της καρδιάς παρουσιάζεται αυξημένος σε άτομα που υποβάλλονται σε συστηματική αερόβια άσκηση, όπως είναι οι ποδηλάτες και οι δρομείς μεγάλων αποστάσεων. Επίσης, σε ποδοσφαιριστές υψηλού επιπέδου έχουν μετρηθεί τιμές μεταξύ 13.5-15 ml/kg σώματος, ενώ οι αντίστοιχες τιμές για απροπόνητα άτομα ειναι 11-12 ml/kg σώματος (Kindermann et al. 1993, Mader et al. 1976, Schmid et al. 1983). Οι Dickhuth et al. (1981), μετρώντας ποδοσφαιριστές διαφορετικών κατηγοριών, διαπίστωσαν ότι ο όγκος της καρδιάς αυξάνονταν αναλογικά με την αύξηση του προπονητικού επιπέδου. Επίσης οι Kindermann et al. (1993) μέτρησαν τον όγκο καρδιάς των ποδοσφαιριστών της εθνικής ομάδας της Γερμανίας στα 13.5 ± 1.0 ml/kg σώματος και διαπίστωσαν ότι ήταν χαμηλότερος από αυτόν των μαραθωνοδρόμων, υψηλότερος όμως από αθλητές χάντμπωλ και αθλητές 400 m. Υψηλές τιμές (13.3 ± 1.0 ml/kg σώματος) παρουσίασαν και νεαροί ποδοσφαιριστές (ηλικίας 15-17 ετών) της Κροατίας, οι οποίοι θεωρήθηκαν σε εξέλιξη ταλέντα (Jankovic et al. 1993). Μέσω της αύξησης του όγκου των καρδιακών κοιλοτήτων (ιδίως της αριστερής κοιλίας) τίθενται οι προϋποθέσεις για την αύξηση του όγκου παλμού (όγκος αίματος που εξωθείται σε κάθε συστολή), γεγονός που συνεπάγεται μια πιο οικονομική λειτουργία της καρδιάς (Schmid et al. 1983).

Αερόβια ικανότητα
Η αερόβια ικανότητα, ως η πιο αντιπροσωπευτική παράμετρος μιας καλής καρδιοαναπνευστικής λειτουργίας, έχει εξεταστεί περισσότερο από κάθε άλλη φυσιολογική μεταβλητή στο ποδόσφαιρο. Ο προσδιορισμός της γίνεται με βάση τη μέτρηση της μέγιστης πρόσληψης οξυγόνου VO2max η οποία παρουσιάζει σε διάφορες έρευνες σχετικά μεγάλο εύρος τιμών (Πίνακας 1).

Η φύση του παιχνιδιού είναι τέτοια που απαιτεί από τον ποδοσφαιριστή μία διαρκή κινητικότητα. Σύμφωνα με τους Mayhew και Wenger (1985) σε ένα ποσοστό 2.3% του συνολικού χρόνου παιχνιδιού ένας ποδοσφαιριστής στέκεται, ενώ 46.4% του χρόνου καταναλώνεται για γρήγορο περπάτημα, 38% για χαλαρό τρέξιμο, 11.3% για γρήγορο τρέξιμο και εκκινήσεις και 2% για άλλες δραστηριότητες (βλέπε Yamanaka et al. 1988). Υψηλές τιμές για τη VO2max (65-67 ml/kg/min) έχουν μετρηθεί σε επαγγελματίες ποδοσφαιριστές της Σουηδίας (Ekblom 1994), ενώ οι υψηλότερες τιμές που έχουν αναφερθεί ποτέ αφορούσαν γερμανούς επαγγελματίες ποδοσφαιριστές (69.2 ± 7.2 ml/kg/min, Nowacki et al. 1988). Σύμφωνα με τους Bangsbo και Mizuno (1988) οι ποδοσφαιριστές παρουσιάζουν ομοιότητες σε κυτταρικό (ενζυμικό) επίπεδο με αθλητές μεγάλων αποστάσεων, γεγονός που φαίνεται και από τις υψηλές τιμές της VO2max (66 ml/kg/min) και υπερτερούν σε σχέση με αθλητές άλλων ομαδικών αθλημάτων όπως χειροσφαίριση, πετοσφαίριση και καλαθοσφαίριση (Hollmann and Hettinger 1990).

Από την άλλη μεριά υπάρχουν εργασίες, στις οποίες δεν αναφέρονται ιδιαίτερα υψηλές τιμές για τη VO2max (Roi et al. 1993, Vanfraechem and Tomas 1993). Οι Matkovic et al. (1993), οι οποίοι εξέτασαν στο δαπεδοεργόμετρο 44 επαγγελματίες ποδοσφαιριστές της Κροατίας βρήκαν ότι η VO2max ήταν κατά μέσο όρο 52.07±10.71 ml/kg/min και απέδωσαν τις χαμηλές αυτές τιμές στο γεγονός ότι οι προπονητές τους προτιμούν να δουλεύουν περισσότερο με τη μπάλα παρά να προπονούν εξειδικευμένα τη φυσική κατάσταση. Πάντως υπάρχουν και αντιλήψεις που υποστηρίζουν ότι η υπέρμετρη ανάπτυξη της αερόβιας ικανότητας θα πρέπει να αποφεύγεται γιατί μπορεί να έχει αρνητική επίπτωση στην ταχύτητα, στην τεχνική καθώς και σε άλλες εξειδικευμένες ικανότητες (Foehrenbach et al. 1991).
Επαγγελματίες ποδοσφαιριστές διαθέτουν καλύτερη αερόβια ικανότητα σε σχέση με ποδοσφαιριστές χαμηλότερου επιπέδου (Davis el al. 1992, Islegen 1987) αν και υπάρχουν εργασίες, στις οποίες αναφέρονται υψηλές τιμές VO2max για ερασιτέχνες (Faina et al. 1988). Ο Apor (1988) μετρώντας τις πρωτοπόρες ομάδες της 1ης κατηγορίας της Ουγγαρίας διαπίστωσε ότι η τιμή της VO2max ήταν ανάλογη της βαθμολογικής τους κατάταξης. Οι μέσες τιμές για τις ομάδες αυτές ήταν μεταξύ 58-63 ml/kg/min. Σε μετρήσεις του εργαστηρίου μας δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές όσον αφορά την αερόβια ικανότητα μεταξύ ποδοσφαιριστών διαφορετικού επιπέδου (Πίνακας 2).


Εξαιτίας των διαφορετικών ερεθισμάτων που δέχονται στην προπόνηση και τον αγώνα, οι ποδοσφαιριστές της μεσαίας γραμμής ενδέχεται να παρουσιάσουν υψηλότερες τιμές VO2max σε σχέση με τους συμπαίκτες τους. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώθηκε σε επαγγελματίες ποδοσφαιριστές της Φινλανδίας (Rahkila & Luhtanen 1991), της Αγγλίας (Davis et al. 1992) και της Ιταλίας (Chatard et al. 1991). Χαμηλές τιμές παρουσιάζουν επίσης και οι τερματοφύλακες συγκρινόμενοι με ποδοσφαιριστές διαφορετικών θέσεων (Kindermann et al. 1993, Puga et al. 1993).

Ο υπολογισμός της αερόβιας ικανότητας ποδοσφαιριστών μπορεί να γίνει και έμμεσα στον αγωνιστικό χώρο με μία ιδιότυπη μεθοδολογία (Gerisch et al. 1992, Kindermann el al. 1993). Πρόκειται για μία προοδευτικά αυξανόμενη, πολυσταδιακή διαδικασία τρεξίματος όπου οι ποδοσφαιριστές καλύπτουν μία προκαθορισμένη απόσταση (συνήθως 400 m) σε τακτά διαστήματα (κάθε 50 m) της οποίας τοποθετούνται ευδιάκριτα σημεία (κώνοι). Η αρχική ταχύτητα ορίζεται στα 2,8 m/s και αυξάνεται κάθε 5 min κατά 0,4 m/s. O έλεγχος της έντασης γίνετε μέσω ακουστικού σήματος. Στο τέλος κάθε σταδίου γίνονται αιματοληψίες για τον καθορισμό των επιπέδων του γαλακτικού καθώς και καταγραφή της καρδιακής συχνότητας. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να προσδιοριστεί το αναερόβιο κατώφλι των 4mmol και να καθοριστούν με ακρίβεια οι κατάλληλες ζώνες έντασης για την προπόνηση αντοχής.

Ισχύς και αλτική ικανότητα
Σύμφωνα με τον Apor (1988) οι ποδοσφαιριστές διαθέτουν μεγαλύτερη αναερόβια ισχύ απ' ό,τι οι αθλητές καλαθοσφαίρισης και πετοσφαίρισης, ενώ υπερτερούν σημαντικά σε σχέση με δρομείς μεγάλων αποστάσεων. Υψηλές τιμές σε επαγγελματίες ποδοσφαιριστές μετρήθηκαν στο Wingate test (13.5-15.0 W/kg σωματικού βάρους), (Barthelemy et al. 1992, Bergh and Ekblom 1979). Οι ποδοσφαιριστές παρουσιάζουν επίσης υψηλότερες τιμές στο κάθετο άλμα συγκρινόμενοι με αθλητές άλλων ομαδικών αθλημάτων με εξαίρεση τους αθλητές της πετοσφαίρισης (Kirkendal 1985). Η αλτική ικανότητα ποδοσφαιριστών κυμαίνεται μεταξύ 48-58 cm όταν αυτή μετράται μέσω του κάθετου άλματος με ταλάντευση (Foehrenbach et al. 1991, Islegen and Akguen 1988, Mathur and Igbove 1983, Tumilty et al. 1988, Sebert et al. 1990). O Geese (1990) βρήκε θετική συσχέτιση μεταξύ του προπονητικού επιπέδου και του ύψους του κάθετου άλματος χωρίς ταλάντευση (αύξηση της αλτικότητας όσο ανέβαινε το αγωνιστικό επίπεδο) και θεωρεί τιμές μεγαλύτερες από 45 cm ικανοποιητικές για επαγγελματίες ποδοσφαιριστές. Ωστόσο σε Έλληνες ποδοσφαιριστές διαπιστώθηκαν χαμηλές τιμές για την αλτική ικανότητα 38.9 ±3.9 cm, (Πυλιανίδης και συνεργάτες 1996).

Σε σχέση με τις διαφορετικές θέσεις των ποδοσφαιριστών έχει βρεθεί ότι οι τερματοφύλακες και οι αμυντικοί παρουσιάζουν μεγαλύτερη αναερόβια ισχύ (Bhanot 1988, Rahkila and Luhtanen 1991, Ramadan and Byrd 1987). To γεγονός αυτό μπορεί να εξηγηθεί μέσα από τις διαφορετικές απαιτήσεις που έχει το παιχνίδι για κάθε θέση. Οι τερματοφύλακες και οι αμυντικοί πρέπει να επεμβαίνουν δυναμικά σε κάθε φάση και είναι αναγκασμένοι να δίνουν πολλές μονομαχίες με έντονα τα στοιχεία της ισχύος και της ταχυδύναμης, ενώ οι ποδοσφαιριστές της μεσαίας γραμμής συμμετέχουν σε αγωνιστικές καταστάσεις μεγαλύτερης διάρκειας γι'αυτό και αναφέρεται ότι υπερτερούν σε αερόβια ικανότητα. Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο όμως με την εφαρμογή νέων τακτικών συστημάτων, όπου κυριαρχεί το στοιχείο της πίεσης σε όλους τους χώρους, απαιτείται ένα ικανοποιητικό επίπεδο ισχύος από τους ποδοσφαιριστές όλων των θέσεων.

Ταχύτητα
Με τη χρήση απλών δοκιμασιών στο γήπεδο μπορεί ο προπονητής εύκολα να συλλέξει πληροφορίες για την ικανότητα ταχύτητας. Οι αποστάσεις που συναντά κανείς στη βιβλιογραφία κυμαίνονται μεταξύ 10-40 m (Geese 1990, Heyden et al. 1988, Poel and Eisteld 1987, Theune-Meyer and Bisanz 1989). Τα τελευταία χρόνια όμως έχει αναπτυχθεί μία εξειδικευμένη μεθοδολογία μέτρησης της ικανότητας ταχύτητας (Gerisch et al. 1992, Kindermann et al. 1993) όπου: οι ποδοσφαιριστές εκτελούν 530 m με διάλειμμα 1 ή 2 min μεταξύ των επαναλήψεων, ενώ στο τέλος του κάθε σετ πραγματοποιούνται αιματοληψίες για τον καθορισμό του επιπέδου του γαλακτικού οξέος στο αίμα. Με τη χρήση φωτοκυττάρων μπορούν να καταγραφούν οι χρόνοι των 5, 10 και 30 m, οι οποίοι χρησιμεύουν για την αξιολόγηση επιμέρους παραμέτρων της ταχύτητας. Η εφαρμογή του παραπάνω πρωτοκόλλου σε επαγγελματίες ποδοσφαιριστές κατέδειξε χρόνους 1.65-1.71 και 3.98-4.17 sec για τα 10 και 30 m αντίστοιχα, ενώ τα επίπεδα γαλακτικού οξέος στο αίμα κυμάνθηκαν μεταξύ 6.3-9.98 mmol/l (Πίνακας 4).

Σε Έλληνες επαγγελματίες ποδοσφαιριστές μετρήθηκαν χρόνοι 1.71 s (10 m) και 4.17 s (30 m), ενώ η συγκέντρωση του γαλακτικού οξέος ήταν 9.98 mmol/l (Tokmakidis et al. 1998). Οι υψηλού επιπέδου ποδοσφαιριστές παρουσιάζουν χαμηλούς χρόνους και μικρή συγκέντρωση γαλακτικού όταν αξιολογούνται με τη συγκεκριμένη μεθοδολογία εξαιτίας του ότι έχουν αναπτύξει τον αγαλακτικό μηχανισμό παραγωγής ενέργειας. Επίσης έχει αποδειχτεί ότι μετά την πάροδο 6 εβδομάδων εξειδικευμένης προπόνησης ταχύτητας βελτιώθηκαν οι επιμέρους χρόνοι ταχύτητας, ενώ μειώθηκε η συγκέντρωση του γαλακτικού (Gerisch and Rutemoeller 1989).


Ευκινησία - ευλυγισία
Η ευκινησία των αρθρώσεων και η ευλυγισία των μυών θεωρούνται απαραίτητες ιδιότητες της φυσικής κατάστασης στο ποδόσφαιρο. Ένα καλό επίπεδο και των δύο επηρεάζει θετικά την ανάπτυξη των άλλων φυσικών ιδιοτήτων όπως αντοχή, δύναμη, ταχύτητα (Weineck 1992), την εκμάθηση νέων τεχνικών στοιχείων και προστατεύει από ενδεχόμενους τραυματισμούς (Ekstrand et al. 1983), αποτελώντας έτσι προϋπόθεση για την επίτευξη υψηλών επιδόσεων.
Δυστυχώς όμως κατά την προπόνηση δε δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στις παραπάνω ιδιότητες της φυσικής κατάστασης. Εξαιτίας της μονόπλευρης προπόνησης παρατηρούνται συχνά μυϊκές ανισορροπίες μεταξύ πρόσθιων και οπίσθιων μηριαίων, πρόσθιων και οπίσθιων μυών του κορμού (κοιλιακών και ραχιαίων), βράχυνση του λαγονοψοΐτη μυ, σύνδρομο υπερκόπωσης του γαστροκνήμιου καθώς και θλάσεις των προσαγωγών μυών των κάτω άκρων (Rupp & Kuppig 1995). Έχει βρεθεί ότι οι ποδοσφαιριστές, με εξαίρεση τους τερματοφύλακες, παρουσιάζουν χειρότερη αρθρική κινητικότητα σε σχέση με μη ποδοσφαιριστές (Oberg et al. 1984). Αυτό ίσως να οφείλεται στις περισσότερες ασκήσεις ευκινησίας που είθισται να εκτελούν οι τερματοφύλακες κατά τη διάρκεια της προπόνησης και ενισχύει την αναγκαιότητα για αύξηση της δοσολογίας των διατατικών και στους υπόλοιπους ποδοσφαιριστές.

Οι Heiser et al. (1984) παρατήρησαν μία σημαντική μείωση των τραυματισμών στους οπίσθιους μηριαίους μετά την εφαρμογή ενός προπονητικού προγράμματος με σκοπό τη βελτίωση της σχέσης δύναμης μεταξύ πρόσθιων και οπίσθιων μηριαίων μυών. Μείωση των τραυματισμών σε επαγγελματίες ποδοσφαιριστές παρατηρήθηκε επίσης μετά την εκτέλεση ενός εξειδικευμένου προγράμματος διατατικών ασκήσεων (Auste 1988). Ο Geese (1990), αφού εξέτασε με τεστ ευκινησίας του Janda (πρόκειται για τεστ όπου με ειδικό γωνιόμετρο μετράται το εύρος κίνησης των αρθρώσεων) ποδοσφαιριστές όλων τον εθνικών κατηγοριών της Γερμανίας διαπίστωσε, ότι η ευκινησία βελτιωνόταν ανάλογα με το επίπεδο απόδοσης και απέδωσε τις διαφορές στο γεγονός ότι οι επαγγελματίες προπονητές έχουν συνειδητοποιήσει τη χρησιμότητα των διατατικών ασκήσεων τις οποίες εφαρμόζουν συστηματικά. Συγκρινόμενοι όμως οι παραπάνω ποδοσφαιριστές με αθλητές στίβου παρουσίασαν χαμηλότερη αρθρική κινητικότητα και μυϊκή ευλυγισία. Η εκτέλεση των διατατικών ασκήσεων απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή (αφετηρία, σωστή τεχνική και έλεγχος της αναπνοής) και προϋποθέτει μια καλή γενική προθέρμανση. Η μυϊκή κόπωση αυξάνει την ευαισθησία των μυϊκών ατράκτων, επηρεάζοντας έτσι την ικανότητα διάτασης των μυών (Rupp & Kuppig 1995). Συνεπώς μετά από έντονη προπόνηση ή αγώνα οι διατατικές ασκήσεις συνιστάται να έχουν περιορισμένη διάρκεια και ένταση. Ο Schober και οι συνεργάτες του (1990) προτείνουν οτην περίπτωση αυτή την εκτέλεση διατατικών διάρκειας 10 sec για την καλύτερη απομάκρυνση των υποπροϊόντων του μεταβολισμού. Επίσης λόγω της μειωμένης κινητικότητας που υπάρχει το πρωί πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα οτην προθέρμανση και στις ασκήσεις ευκινησίας (Weineck 1992).

Συμπερασματικά, με βάση τα δεδομένα σχετικά με τις ανθρωπομετρικές μετρήσεις, τις καρδιοαναπνευστικές προσαρμογές, την αερόβια και αναερόβια ικανότητα (παραγωγή γαλακτικού, ισχύς και αλτική ικανότητα, ταχύτητα), την ευκινησία και την ευλυγισία, το ποδόσφαιρο είναι ένα σύνθετο άθλημα, το οποίο θέτει υψηλές απαιτήσεις στο σύνολο των συστατικών της φυσικής κατάστασης. Οι προπονητές οφείλουν να είναι γνώστες των απαιτήσεων αυτών έτσι ώστε με το προπονητικό επίπεδο και την ηλικία των ποδοσφαιριστών καθώς και την περίοδο προπονητικού προγραμματισμού να είναι σε θέση να οργανώνουν και να εκτελούν με επιτυχία το προπονητικό τους έργο.

Δημοσιεύθηκε από: KΩN/NO BOΛAKΛH, AΘANAΣIO KAΣAMΠAΛH και ΣABBA TOKMAKIΔH
Eργαστήριο Φυσικής Aγωγής και Άθλησης
Tμήμα Eπιστήμης Φυσικής Aγωγής και Aθλητισμού
Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Το Μουντιάλ της τεχνολογίας

Εμείς απολαμβάνουμε το θέαμα, αλλά οι νίκες στο ποδόσφαιρο φαίνεται ότι κατακτώνται πια με τη βοήθεια της επιστήμης και με προπονήσεις hi-tech


Η υπεροχή του Σνάιντερ στο γήπεδο που χάρισε στην Ολλανδία την πρόκριση έναντι της Βραζιλίας είναι και τεχνολογικά τεκμηριωμένη
 
Γνωρίζετε ότι ένας τερματοφύλακας καλύπτει περίπου 5 χιλιόμετρα, με περπάτημα και τρέξιμο, σε έναν αγώνα ή ότι ο Σνάιντερ έτρεξε 9.703 μ. εκ των οποίων τα 2.522 μ. σε υψηλή ένταση στη νίκη της Ολλανδίας επί της Βραζιλίας; Γνωρίζετε ότι η ικανότητα αυτή του Σνάιντερ να τρέχει πάνω από 2,5 χιλιόμετρα σε υψηλή ένταση τον καθιστά ξεχωριστό σε σχέση με άλλους ποδοσφαιριστές; Ξέρετε ότι σε έναν αγώνα γίνονται 300-700 πάσες, εκ των οποίων το 80% είναι επιτυχημένες σε υψηλού επιπέδου ομάδες; Έχετε διαβάσει για την καινοτομία που εισήγαγε η νέα φανέλα της Εθνικής Αγγλίας; Πώς τα ξέρουμε όλα αυτά; Χάρη στη σύγχρονη τεχνολογία. Προτού παρακολουθήσετε λοιπόν τον αποψινό τελικό, διαβάστε πώς επιδρά η τεχνολογία στο σύγχρονο ποδόσφαιρο  

Η νέα μπάλα
Ενα από τα καινούργια στοιχεία του παγκοσμίου κυπέλλου είναι η μπάλα. Η μπάλα Jabulani έχει πολύπλοκη κατασκευή και σίγουρα έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις. Ο τερματοφύλακας της Βραζιλίας διαμαρτυρήθηκε δημοσίως γιατί η καινούργια μπάλα διαγράφει απρόβλεπτες πορείες και τελικά «είναι υπέρ των επιθετικών και κατά των τερματοφυλάκων». Από την άλλη μεριά, ο τερματοφύλακας της Τσεχίας (Ρetr Cech) που τη δοκίμασε, αναφέρει ότι η μπάλα «φαίνεται πολύ καλά λόγω του χρωματισμού της, είναι σταθερή όταν την πιάνει ο τερματοφύλακας καθώς και όταν την κλωτσά». Όποια κι αν είναι η αλήθεια, το σίγουρο είναι πως θα γίνουν πολλές συζητήσεις ακόμη για την καινούργια μπάλα του Μουντιάλ.

Ποδοσφαιρική χωροταξία
Έχουν κάνει την εμφάνισή τους πριν από το 1990 σε ερευνητικό αρχικά επίπεδο. Τα πρώτα συστήματα ήταν το εξής ένα! Μία απλή κάμερα οικιακής χρήσης και το βίντεο μέσω του οποίου γινόταν η ανάλυση των στατιστικών στοιχείων του αγώνα χρησιμοποιώντας pause και play. Ο ειδικός, καθισμένος ώρες μπροστά στην τηλεόραση καταγράφει τις μεταβιβάσεις, τα σουτ, τα σουτ μέσα από την περιοχή και ούτω καθεξής. Αργότερα, εμφανίστηκαν τα πρώτα προγράμματα στον υπολογιστή μέσω των οποίων ο ειδικός αθλητικός επιστήμονας μπορούσε να υπολογίσει την ταχύτητα κίνησης και τα μέτρα που διανύει ο κάθε ποδοσφαιριστής. Όπως αντιλαμβάνεται κανείς η διαδικασία ανάλυσης του αγώνα διαρκούσε μέρες αν ήθελε ο προπονητής να έχει πλήρη εικόνα.

Τα τελευταία 10 χρόνια περίπου, χρησιμοποιούνται εξελιγμένα υπολογιστικά συστήματα που λαμβάνουν και επεξεργάζονται πληροφορίες, και των 22 ποδοσφαιριστών ταυτόχρονα, από πολλαπλές κάμερες που βρίσκονται στην οροφή του γηπέδου. Οι κάμερες είναι από 4 ως 8 ανάλογα με το σύστημα που χρησιμοποιείται. Στο πιο εξελιγμένο σύστημα, οκτώ κάμερες τοποθετούνται στην οροφή του γηπέδου (3 απέναντι από το ένα κόρνερ, 3 στο απέναντι κόρνερ και από μία στις άλλες δύο γωνίες του γηπέδου). Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζονται 1) η καλύτερη και σε βάθος ανάλυση, αφού οι παίκτες αναλύονται από πολλές και διαφορετικές οπτικές γωνίες εστίασης, και 2) η μεγαλύτερη ακρίβεια των στοιχείων.

Τα στοιχεία συλλέγονται με πολύ υψηλή συχνότητα και αναλύονται από σύγχρονα υπολογιστικά συστήματα. Ορισμένες πληροφορίες είναι διαθέσιμες σε πραγματικό χρόνο και κάποιες άλλες τις επόμενες ώρες. Οι πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο αφορούν διάφορα στατιστικά του αγώνα, όπως ο αριθμός των επιτυχημένων μεταβιβάσεων, η περιοχή του γηπέδου με μεγαλύτερη κατοχή μπάλας κτλ. Ίσως να έχετε δει κάποιους κυρίους στον πάγκο των ομάδων με ακουστικά. Οι συνεργάτες του προπονητή έχουν αναλάβει τον ρόλο του «μεταφραστή» και τροφοδοτούν με πληροφορίες τον προπονητή κατά τη διάρκεια του αγώνα. Ορισμένες ομάδες χρησιμοποιούν κάποια από αυτά τα στοιχεία για τη λήψη καλύτερων αποφάσεων. Στο κοντινό μέλλον όλο και περισσότερες ομάδες θα χρησιμοποιούν στοιχεία ανάλυσης του αγώνα σε πραγματικό χρόνο.

Το GΡS του ποδοσφαιριστή
Η τεχνολογία δεν εξαντλείται σε αυτά τα συστήματα. Πολλές ομάδες χρησιμοποιούν συστήματα GΡS σε συνδυασμό με τηλεμετρία για την καταγραφή της κίνησης των ποδοσφαιριστών και της καρδιακής συχνότητας, αντίστοιχα. Οι συσκευές GΡS ζυγίζουν 50-80 γραμμάρια και φέρονται σε ειδική θήκη προσαρμοσμένη σε ζώνη. Με αυτά τα συστήματα υπολογίζονται διάφορες παράμετροι, όπως η απόσταση που διανύει ο ποδοσφαιριστής στην προπόνηση, η ένταση της προσπάθειας, ο αριθμός των σπριντ και άλλα. Ακολούθως, και με βάση τα ατομικά χαρακτηριστικά, υπολογίζεται το φορτίο που δέχεται ο ποδοσφαιριστής στην προπόνηση και ο χρόνος αποκατάστασης του οργανισμού του. Με αυτές τις πληροφορίες σχεδιάζεται η επόμενη προπόνηση έτσι ώστε να μην οδηγήσει τον ποδοσφαιριστή σε εξάντληση. Η στρατηγική αυτή, η οποία ακολουθείται από πολλές ομάδες ειδικά της Πρέμιερ Λιγκ, εξηγεί τη διάρκεια στην υψηλή απόδοση που έχουν οι ποδοσφαιριστές αυτών των ομάδων.  

Η Εθνική Αγγλίας δεν ιδρώνει τη φανέλα
Θα προσέξατε τη νέα φανέλα της Αγγλίας σε αυτό το Μουντιάλ. Με πρώτη ματιά είχε ξεχωριστό σχέδιο από αυτές των άλλων ομάδων. Αυτό, βέβαια, οφείλεται κατ΄ αρχήν στο γεγονός ότι την κατασκευάζει εταιρεία εκτός των τριών μεγάλων στην αθλητική ένδυση. Η καινοτομία της φανέλας είναι ότι επιταχύνει τον ρυθμό εξάτμισης του ιδρώτα και συνεπώς βοηθάει στη θερμορύθμιση του οργανισμού. Με αυτόν τον τρόπο καθυστερεί η κόπωση και η ομάδα μπορεί να παίζει σε υψηλές εντάσεις για περισσότερη ώρα. Τα πειράματα για τη νέα φανέλα της Εθνικής Αγγλίας ξεκίνησαν πριν από το 2009 στο ερευνητικό ινστιτούτο του Πανεπιστημίου του Λάφμπορο (Loughborough) της Αγγλίας και η φανέλα παρουσιάστηκε σε ειδική εκδήλωση τον Αύγουστο του 2009. Φορέθηκε από τους παίκτες στον φιλικό αγώνα της Αγγλίας με την Αίγυπτο στις 3 Μαρτίου στο Γουέμπλεϊ.  


ΕΞΥΠΝΕΣ ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ
Τώρα πια πολλές πληροφορίες όπως η θέση του παίκτη στο γήπεδο και η ταχύτητα κίνησης καθώς και διάφορες βιολογικές παράμετροι, όπως η καρδιακή συχνότητα και η θερμοκρασία του σώματος, συλλέγονται με ένα μικρό αισθητήρα που βρίσκεται σε επαφή με το σώμα του ποδοσφαιριστή. Το πλεονέκτημα της νέας τεχνολογίας είναι το εξαιρετικά χαμηλό βάρος και η χρηστικότητα της συσκευής.

Με τους μικρούς αυτούς αισθητήρες συλλέγονται πολλές χρήσιμες πληροφορίες χωρίς να προκαλείται δυσφορία στον ποδοσφαιριστή. Έτσι, για παράδειγμα, η καταγραφή της καρδιακής συχνότητας σε πραγματικό χρόνο παρέχει πληροφορίες για την πιθανότητα επικείμενης κόπωσης ώστε ο προπονητής να προγραμματίσει καλύτερα τις αλλαγές. Η υπέρμετρη αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος (υπερθερμία),που είναι παράγοντας κόπωσης, προβλέπεται από νωρίς και μπορεί τώρα να αναχαιτιστεί. 

Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στην εφημαρίδα "Το βήμα" τον Ιούλιο του 2010.

Πιο κοντοί, πιο αδύνατοι, πιο νικητές

Το παράδειγμα της Μπαρτσελόνα που στηρίζεται στην τεχνική και στην ευελιξία των παικτών της επαναφέρει με τον πιο θριαμβευτικό τρόπο στον κόσμο του ποδοσφαίρου τη σημασία και την αξία των μικρόσωμων μπαλαδόρων

Στην Ιταλία και στην Αγγλία δεν θα τους άφηναν να περάσουν ούτε απέξω από τους αγωνιστικούς χώρους. Στην Ελλάδα συνήθως τους απορρίπτουν χωρίς δεύτερη ματιά, τις περισσότερες φορές. Στην Ισπανία όμως και δη στην Μπαρτσελόνα είναι το σήμα κατατεθέν των επιτυχιών τους και του ελκυστικού ποδοσφαίρου που προσφέρουν τα τελευταία χρόνια τόσο οι «Φούριας Ρόχας» όσο και οι πρωταθλητές Ισπανίας. Αδύνατοι, κοντοί, τεχνίτες, αλλά ταυτόχρονα κυρίαρχοι στον αγωνιστικό χώρο, ασφυκτικοί για τους αντιπάλους τους και εν τέλει νικητές. Ένας τύπος ποδοσφαιριστή που σχεδόν είχε εξαφανιστεί παίρνει ξανά τα ηνία στον αγωνιστικό χώρο επαναφέροντας το ποδόσφαιρο στις θεμελιώδεις αρχές του, ως αθλήματος της μπάλας και όχι ως άσκησης για «κτισμένους» και «άμπαλους». Τουτέστιν για αθλητές με πλούσια φυσικά και αθλητικά προσόντα αλλά με ελάχιστη σχέση με τον χειρισμό της «στρογγυλής θεάς», οι οποίοι είχαν πλημμυρίσει τα ποδοσφαιρικά γήπεδα όταν οι προπονητές του ποδοσφαίρου «ανακάλυψαν» ότι η δύναμη, η αντοχή και η ταχύτητα ήταν αρκετές για να κερδίζουν τα παιχνίδια. Όταν ο κόσμος του ποδοσφαίρου ανακάλυψε τη σκληρή προπόνηση για τη φυσική κατάσταση, αλλά ξέχασε την μπάλα...
 
Μια πρόσφατη έρευνα της UΕFΑ σε συνεργασία με ένα κέντρο ερευνών της Ελβετίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο εξηγεί και αποκαλύπτει με αριθμούς αυτό που απολαμβάνουν οι φίλοι του ποδοσφαίρου τα τελευταία χρόνια από την Μπαρτσελόνα και συνακόλουθα από την Εθνική Ισπανίας. Ότι η πιο κοντή (μέρος όρος ύψους 1,77 μ.) και αδύνατη (μέσος όρος βάρους 71,5 κ.) ομάδα στην Ευρώπη είναι αυτή που παίζει το πιο απόλυτο ποδόσφαιρο κυριαρχίας (μέσος όρος κατοχής μπάλας 70%) με τον πιο ομαδικό τρόπο (672 πάσες κατά μέσον όρο ανά ματς).


Αν μάλιστα έλειπαν τα 1,92 εκατοστά του ισπανού διεθνούς σέντερ μπακ Ζεράρ Πικέ και τα 1,86 εκατοστά του γάλλου διεθνούς αριστερού μπακ Ερίκ Αμπιντάλ ο μέσος όρος της βασικής ενδεκάδας της Μπάρτσα θα έπεφτε κάτω και από το 1,70 μ., σχεδόν στα επίπεδα μιας ομάδας παίδων! Οπως το ύψος των παικτών-συμβόλων του επιθετικού, θεαματικού ποδοσφαίρου της Μπάρτσα, του Μέσι (1,69 μ.), του Τσάβι (1,70 μ.), του Ινιέστα (1,70 μ.), που κατά... σύμπτωση είναι και η τριάδα των κορυφαίων παικτών για το 2010. Το γεγονός ότι όλοι τους προέρχονται από την Ακαδημία της Μπαρτσελόνα όπως και ο τέταρτος της παρέας των κοντών, ισπανός διεθνής Πέδρο (1,69 μ.), οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι Μπλαουγκράνα είχαν επιδοθεί σε ένα παιδομάζωμα κοντών και αδύνατων παικτών, με σύστημα και προγραμματισμό.

Αντίθετα από την επικρατούσα ποδοσφαιρική φιλοσοφία που έδινε προτεραιότητα στα αθλητικά προσόντα και στη δύναμη, οι υπεύθυνοι της περίφημης Λα Μασία επικέντρωναν το ενδιαφέρον τους σε στοιχεία όπως η ευκινησία και ο συντονισμός. Και το κυριότερο δεν έστελναν τους μικρούς μάγους στο γυμναστήριο για να τους «κτίσουν». Δούλευαν πάνω στα προσόντα τους αποφεύγοντας να τους μεταλλάξουν σε μυώδεις... ξυλοκόπους. Έτσι δημιούργησαν ποδοσφαιριστές και όχι αθλητές των 100 μ. ή αρσιβαριστές. Παίκτες που ξεχωρίζουν για την τεχνική τους, την ικανότητά τους να συμμετέχουν σε αυτή τη φρενήρη κυκλοφορία της μπάλας που εμφανίζει η Μπαρτσελόνα, για την ευκινησία τους και για την ταχύτητά τους σε μικρούς χώρους. Στον σύλλογο της Καταλονίας, από τους βενιαμίν μέχρι τους σούπερ σταρ της πρωταθλήτριας Ισπανίας, ο μεγάλος όγκος των ασκήσεων γίνεται με μπάλα, ενώ υπάρχει ελάχιστος χώρος για «καθαρή» προπόνηση φυσικής κατάστασης. 


Με αυτά τα «υλικά» κτίστηκε η ομάδα του κόουτς Πεπ Γκουαρδιόλα η οποία βρίσκεται στην πρώτη θέση πανευρωπαϊκά όσον αφορά την κατοχή της μπάλας (70%) και την κυκλοφορία της μπάλας με 672 πάσες ανά ματς κατά μέσον όρο. Την ίδια στιγμή είναι η ομάδα που καταφέρνει να παραμένει πιο συμπαγής μέσα στον αγωνιστικό χώρο (με τις γραμμές της πολύ κοντά), αφού το μέσο πλάτος της είναι στα 36 μ. εντός του αγωνιστικού χώρου, ενώ της ιταλικής Μίλαν είναι 38 μ., αλλά και η πιο γρήγορη σε μικρούς χώρους (μέσος όρος ταχύτητας 34 χλμ./ ώρα).

Η φιλοσοφία των υπευθύνων του «συστήματος Μπαρτσελόνα» στηρίχθηκε σε μια πολύ στέρεη αλήθεια που ο κόσμος του ποδοσφαίρου είχε σχεδόν ξεχάσει: ότι όσο πιο κοντός και αδύνατος είσαι τόσο περισσότερες πιθανότητες έχεις να κοντρολάρεις καλύτερα την μπάλα και να είσαι πιο κινητικός. Είχε ξεχάσει τον «βασιλιά» Πελέ (ύψος 1,73 μ.), το «χρυσό αγόρι» Ντιέγκο Μαραντόνα (1,65 μ.), τον «καλπάζοντα συνταγματάρχη» Φέρεντς Πούσκας (1,70 μ.), τον βιρτουόζο Γκαρίντσα (1,69 μ.), τους δεινούς σκόρερ Ραϊμόν Κοπά (1,69 μ.), Γκερντ Μίλερ (1,68 μ.) και Ρομάριο (1,69 μ.), τον γερμανό «μάγο» Ούβε Ζέλερ (1,69 μ.), τον σερ Μπόμπι Τσάρλτον (1,73 μ.).


Από τον Δομάζο και τον Μπέμπη στους... «Έλληνες Μέσι»

Η Ελλάδα, η χώρα που έζησε τις μεγαλύτερες στιγμές της ποδοσφαιρικής της μαγείας χάρη στους κοντούς Μίμη Δομάζο (1,65 μ.), Θανάση Μπέμπη (1,65 μ.), Μίμη Παπαϊωάννου (1,68 μ.), κ.ά. υπέκυψε και αυτή στη φιλοσοφία του συρμού για τα «αθλητικά προσόντα» που υπερέχουν των ποδοσφαιρικών αρετών. Ετσι το ελληνικό πρωτάθλημα αν και έχει πλημμυρίσει τα τελευταία χρόνια από Λατίνους έχει έναν μέσο όρο ύψους 181,62 εκατοστά πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο (187 εκατοστά), ενώ είναι ψηλότερο από τα υπόλοιπα μεσογειακά (Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Τουρκία). Σύμφωνα με την έρευνα της UΕFΑ περισσότερο από το 35% των παικτών στην Ελλάδα έχουν ύψος μεγαλύτερο από το 1,85 μ. Με την εμφάνιση όμως των διαφόρων Μέσι, Τσάβι , Ινιέστα άρχισε και το ελληνικό ποδόσφαιρο να αναζητεί σιγά-σιγά τους δικούς του «μικρούς μάγους». Το 2006-2007 εμφανίστηκε ο Σωτήρης Νίνης που διεκδίκησε πρώτος τον τίτλο του «Ελληνα Μέσι» χάρη στον τότε προπονητή του Παναθηναϊκού Ισπανό κ. Βίκτορ Μουνιόθ και στην αντίληψή του για ανάδειξη νέων σε ηλικία παικτών. Τέσσερα χρόνια αργότερα η εξέλιξη του Νίνη δεν είναι ανάλογη των προσδοκιών, αφού φαίνεται να έχει χάσει σε ευκινησία και εκρηκτικότητα και να εμφανίζεται πιο «κτισμένος» υπακούοντας στα στερεότυπα της «φυσικής ενδυνάμωσης».

Τελευταίος διεκδικητής του τίτλου είναι ο 20χρονος Γιάννης Φετφατζίδης που εφέτος προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα του Ολυμπιακού, ενώ βρέθηκε και στην εθνική ανδρών. Ο νεαρός αριστεροπόδαρος μοιάζει να είναι η τελευταία ευκαιρία του ελληνικού ποδοσφαίρου να αποκτήσει για τα επόμενα χρόνια έναν αυθεντικό μπαλαδόρο. 

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε στο ''Βήμα'' τον Δεκέμβριο του 2010, αλλά μοιάζει τόσο επίκαιρο όσο ποτέ...