Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

Πιο κοντοί, πιο αδύνατοι, πιο νικητές

Το παράδειγμα της Μπαρτσελόνα που στηρίζεται στην τεχνική και στην ευελιξία των παικτών της επαναφέρει με τον πιο θριαμβευτικό τρόπο στον κόσμο του ποδοσφαίρου τη σημασία και την αξία των μικρόσωμων μπαλαδόρων

Στην Ιταλία και στην Αγγλία δεν θα τους άφηναν να περάσουν ούτε απέξω από τους αγωνιστικούς χώρους. Στην Ελλάδα συνήθως τους απορρίπτουν χωρίς δεύτερη ματιά, τις περισσότερες φορές. Στην Ισπανία όμως και δη στην Μπαρτσελόνα είναι το σήμα κατατεθέν των επιτυχιών τους και του ελκυστικού ποδοσφαίρου που προσφέρουν τα τελευταία χρόνια τόσο οι «Φούριας Ρόχας» όσο και οι πρωταθλητές Ισπανίας. Αδύνατοι, κοντοί, τεχνίτες, αλλά ταυτόχρονα κυρίαρχοι στον αγωνιστικό χώρο, ασφυκτικοί για τους αντιπάλους τους και εν τέλει νικητές. Ένας τύπος ποδοσφαιριστή που σχεδόν είχε εξαφανιστεί παίρνει ξανά τα ηνία στον αγωνιστικό χώρο επαναφέροντας το ποδόσφαιρο στις θεμελιώδεις αρχές του, ως αθλήματος της μπάλας και όχι ως άσκησης για «κτισμένους» και «άμπαλους». Τουτέστιν για αθλητές με πλούσια φυσικά και αθλητικά προσόντα αλλά με ελάχιστη σχέση με τον χειρισμό της «στρογγυλής θεάς», οι οποίοι είχαν πλημμυρίσει τα ποδοσφαιρικά γήπεδα όταν οι προπονητές του ποδοσφαίρου «ανακάλυψαν» ότι η δύναμη, η αντοχή και η ταχύτητα ήταν αρκετές για να κερδίζουν τα παιχνίδια. Όταν ο κόσμος του ποδοσφαίρου ανακάλυψε τη σκληρή προπόνηση για τη φυσική κατάσταση, αλλά ξέχασε την μπάλα...
 
Μια πρόσφατη έρευνα της UΕFΑ σε συνεργασία με ένα κέντρο ερευνών της Ελβετίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο εξηγεί και αποκαλύπτει με αριθμούς αυτό που απολαμβάνουν οι φίλοι του ποδοσφαίρου τα τελευταία χρόνια από την Μπαρτσελόνα και συνακόλουθα από την Εθνική Ισπανίας. Ότι η πιο κοντή (μέρος όρος ύψους 1,77 μ.) και αδύνατη (μέσος όρος βάρους 71,5 κ.) ομάδα στην Ευρώπη είναι αυτή που παίζει το πιο απόλυτο ποδόσφαιρο κυριαρχίας (μέσος όρος κατοχής μπάλας 70%) με τον πιο ομαδικό τρόπο (672 πάσες κατά μέσον όρο ανά ματς).


Αν μάλιστα έλειπαν τα 1,92 εκατοστά του ισπανού διεθνούς σέντερ μπακ Ζεράρ Πικέ και τα 1,86 εκατοστά του γάλλου διεθνούς αριστερού μπακ Ερίκ Αμπιντάλ ο μέσος όρος της βασικής ενδεκάδας της Μπάρτσα θα έπεφτε κάτω και από το 1,70 μ., σχεδόν στα επίπεδα μιας ομάδας παίδων! Οπως το ύψος των παικτών-συμβόλων του επιθετικού, θεαματικού ποδοσφαίρου της Μπάρτσα, του Μέσι (1,69 μ.), του Τσάβι (1,70 μ.), του Ινιέστα (1,70 μ.), που κατά... σύμπτωση είναι και η τριάδα των κορυφαίων παικτών για το 2010. Το γεγονός ότι όλοι τους προέρχονται από την Ακαδημία της Μπαρτσελόνα όπως και ο τέταρτος της παρέας των κοντών, ισπανός διεθνής Πέδρο (1,69 μ.), οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι Μπλαουγκράνα είχαν επιδοθεί σε ένα παιδομάζωμα κοντών και αδύνατων παικτών, με σύστημα και προγραμματισμό.

Αντίθετα από την επικρατούσα ποδοσφαιρική φιλοσοφία που έδινε προτεραιότητα στα αθλητικά προσόντα και στη δύναμη, οι υπεύθυνοι της περίφημης Λα Μασία επικέντρωναν το ενδιαφέρον τους σε στοιχεία όπως η ευκινησία και ο συντονισμός. Και το κυριότερο δεν έστελναν τους μικρούς μάγους στο γυμναστήριο για να τους «κτίσουν». Δούλευαν πάνω στα προσόντα τους αποφεύγοντας να τους μεταλλάξουν σε μυώδεις... ξυλοκόπους. Έτσι δημιούργησαν ποδοσφαιριστές και όχι αθλητές των 100 μ. ή αρσιβαριστές. Παίκτες που ξεχωρίζουν για την τεχνική τους, την ικανότητά τους να συμμετέχουν σε αυτή τη φρενήρη κυκλοφορία της μπάλας που εμφανίζει η Μπαρτσελόνα, για την ευκινησία τους και για την ταχύτητά τους σε μικρούς χώρους. Στον σύλλογο της Καταλονίας, από τους βενιαμίν μέχρι τους σούπερ σταρ της πρωταθλήτριας Ισπανίας, ο μεγάλος όγκος των ασκήσεων γίνεται με μπάλα, ενώ υπάρχει ελάχιστος χώρος για «καθαρή» προπόνηση φυσικής κατάστασης. 


Με αυτά τα «υλικά» κτίστηκε η ομάδα του κόουτς Πεπ Γκουαρδιόλα η οποία βρίσκεται στην πρώτη θέση πανευρωπαϊκά όσον αφορά την κατοχή της μπάλας (70%) και την κυκλοφορία της μπάλας με 672 πάσες ανά ματς κατά μέσον όρο. Την ίδια στιγμή είναι η ομάδα που καταφέρνει να παραμένει πιο συμπαγής μέσα στον αγωνιστικό χώρο (με τις γραμμές της πολύ κοντά), αφού το μέσο πλάτος της είναι στα 36 μ. εντός του αγωνιστικού χώρου, ενώ της ιταλικής Μίλαν είναι 38 μ., αλλά και η πιο γρήγορη σε μικρούς χώρους (μέσος όρος ταχύτητας 34 χλμ./ ώρα).

Η φιλοσοφία των υπευθύνων του «συστήματος Μπαρτσελόνα» στηρίχθηκε σε μια πολύ στέρεη αλήθεια που ο κόσμος του ποδοσφαίρου είχε σχεδόν ξεχάσει: ότι όσο πιο κοντός και αδύνατος είσαι τόσο περισσότερες πιθανότητες έχεις να κοντρολάρεις καλύτερα την μπάλα και να είσαι πιο κινητικός. Είχε ξεχάσει τον «βασιλιά» Πελέ (ύψος 1,73 μ.), το «χρυσό αγόρι» Ντιέγκο Μαραντόνα (1,65 μ.), τον «καλπάζοντα συνταγματάρχη» Φέρεντς Πούσκας (1,70 μ.), τον βιρτουόζο Γκαρίντσα (1,69 μ.), τους δεινούς σκόρερ Ραϊμόν Κοπά (1,69 μ.), Γκερντ Μίλερ (1,68 μ.) και Ρομάριο (1,69 μ.), τον γερμανό «μάγο» Ούβε Ζέλερ (1,69 μ.), τον σερ Μπόμπι Τσάρλτον (1,73 μ.).


Από τον Δομάζο και τον Μπέμπη στους... «Έλληνες Μέσι»

Η Ελλάδα, η χώρα που έζησε τις μεγαλύτερες στιγμές της ποδοσφαιρικής της μαγείας χάρη στους κοντούς Μίμη Δομάζο (1,65 μ.), Θανάση Μπέμπη (1,65 μ.), Μίμη Παπαϊωάννου (1,68 μ.), κ.ά. υπέκυψε και αυτή στη φιλοσοφία του συρμού για τα «αθλητικά προσόντα» που υπερέχουν των ποδοσφαιρικών αρετών. Ετσι το ελληνικό πρωτάθλημα αν και έχει πλημμυρίσει τα τελευταία χρόνια από Λατίνους έχει έναν μέσο όρο ύψους 181,62 εκατοστά πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο (187 εκατοστά), ενώ είναι ψηλότερο από τα υπόλοιπα μεσογειακά (Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Τουρκία). Σύμφωνα με την έρευνα της UΕFΑ περισσότερο από το 35% των παικτών στην Ελλάδα έχουν ύψος μεγαλύτερο από το 1,85 μ. Με την εμφάνιση όμως των διαφόρων Μέσι, Τσάβι , Ινιέστα άρχισε και το ελληνικό ποδόσφαιρο να αναζητεί σιγά-σιγά τους δικούς του «μικρούς μάγους». Το 2006-2007 εμφανίστηκε ο Σωτήρης Νίνης που διεκδίκησε πρώτος τον τίτλο του «Ελληνα Μέσι» χάρη στον τότε προπονητή του Παναθηναϊκού Ισπανό κ. Βίκτορ Μουνιόθ και στην αντίληψή του για ανάδειξη νέων σε ηλικία παικτών. Τέσσερα χρόνια αργότερα η εξέλιξη του Νίνη δεν είναι ανάλογη των προσδοκιών, αφού φαίνεται να έχει χάσει σε ευκινησία και εκρηκτικότητα και να εμφανίζεται πιο «κτισμένος» υπακούοντας στα στερεότυπα της «φυσικής ενδυνάμωσης».

Τελευταίος διεκδικητής του τίτλου είναι ο 20χρονος Γιάννης Φετφατζίδης που εφέτος προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα του Ολυμπιακού, ενώ βρέθηκε και στην εθνική ανδρών. Ο νεαρός αριστεροπόδαρος μοιάζει να είναι η τελευταία ευκαιρία του ελληνικού ποδοσφαίρου να αποκτήσει για τα επόμενα χρόνια έναν αυθεντικό μπαλαδόρο. 

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε στο ''Βήμα'' τον Δεκέμβριο του 2010, αλλά μοιάζει τόσο επίκαιρο όσο ποτέ...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου